Χειρουργική Θεραπεία της Εκκολπωματικής Νόσου – Εκκολπωματίτιδας
Εκκολπωμάτωση – εκκολπωματική νόσος
Είναι νόσος που προκαλείται από τα εκκολπώματα, τα οποία είναι επίκτητες σακκοειδείς προσεκβολές του βλεννογόνου του εντέρου, διαμέσου του μυικού χιτώνα του τοιχώματός του.
Τα εκκολπώματα συνήθως εντοπίζονται στο αριστερό παχύ έντερο (σιγμοειδές) και είναι μία συνηθισμένη ιατρική κατάσταση που παρατηρείται σε πολλούς ηλικιωμένους.
Η Εκκολπωματίτιδα είναι η μόλυνση και φλεγμονή των εκκολπωμάτων που προκαλεί πόνο στην κοιλιά, πυρετό και διαταραχές των κενώσεων του εντέρου.
Είναι φλεγμονώδης- μικροβιακής αιτιολογίας επιπλοκή, η οποία αναπτύσσεται στο 1% έως 3% των ατόμων που παρουσιάζουν εκκολπώματα.
Η φλεγμονή των εκκολπωμάτων, συμβαίνει όταν λόγω της στένωσης του αυλού του εντέρου κάποια κόπρανα σφηνώνονται στην περιοχή και οδηγούν σε μόλυνση.
Η κατάσταση αυτή συνοδεύεται από:
- πυρετό,
- πόνο στο σημείο της φλεγμονής (συνήθως στο κάτω αριστερό τεταρτημόριο της κοιλιάς),
- ναυτία και έμετο,
- δυσκοιλιότητα ή διάρροια.
Η απουσία ικανοποιητικού όγκου κοπράνων στο παχύ έντερο, που πιθανόν να οφείλεται και στις κακές διατροφικές συνήθειες, έχει ως αποτέλεσμα οι μυϊκές συσπάσεις του εντέρου να προκαλούν ισχυρές πιέσεις στα τοιχώματα.
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την προοδευτική γήρανση που αποδυναμώνει το τοίχωμα του εντέρου οδηγεί στην εκκολπωμάτωση.
Είναι πιθανόν στην εκκολπωμάτωση να συμβάλει και η παρουσία σκληρών κοπράνων.
Κατά καιρούς έχουν ενοχοποιηθεί πολλοί παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη εκκολπωμάτων, όπως η μειωμένη κατανάλωση φυτικών ινών (αν και είναι υπό αμφισβήτηση ), η δυσκοιλιότητα, το κάπνισμα, το υπερβάλλον σωματικό βάρος, η μειωμένη φυσική δραστηριότητα και η χρήση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων.
Τα συμπτώματα που υποδηλώνουν εκκολπωματίτιδα, απαιτούν άμεση ιατρική φροντίδα, εξαιτίας της παρουσίας της λοίμωξης.
Ο γιατρός πιθανότατα θα ζητήσει να γίνει μια αξονική τομογραφία, καθώς αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να εξετάσει την κατάσταση.
Εάν επιβεβαιωθεί η εκκολπωματίτιδα, τότε η συνήθης θεραπεία περιλαμβάνει την παύση της κατανάλωσης οποιαδήποτε τροφής πέρα από υγρά για μερικές ημέρες, ενώ αρχίζει η λήψη μιας σειράς αντιβιοτικών για την αντιμετώπιση της φλεγμονής και της μόλυνσης.
Η οξεία εκκολπωματίτιδα αντιμετωπίζεται στο νοσοκομείο με τη χορήγηση υγρών και αντιβιοτικών και συνήθως υποχωρεί χωρίς να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση.
Οι βαριές και επίμονες μορφές εκκολπωματίτιδας μπορεί να οδηγήσουν σε ρήξη εκκολπωμάτων και διάτρηση του εντέρου με αποτέλεσμα είτε ένα απόστημα γύρω από το έντερο, είτε, ακόμη και τη διέλευση των κοπράνων μέσα στην κοιλότητα της κοιλιάς και βαριά περιτονίτιδα.
Στην περίπτωση πολλαπλών επεισοδίων μη επιπλεγμένης εκκολπωματίτιδας, που απαίτησαν νοσηλεία, συνιστάται η χειρουργική αφαίρεση του πάσχοντος εντέρου προς αποφυγή νέων επεισοδίων και ενδεχόμενων επιπλοκών.
Η επέμβαση μπορεί να πραγματοποιηθεί λαπαροσκοπικά, ρομποτικά ή ανοικτά.
Η χειρουργική θεραπεία ενδείκνυται όταν τα εκκολπώματα προκαλούν μεγάλες αιμορραγίες, όταν συμβαίνει διάτρηση, όταν προκαλείται απόφραξη του αυλού και όταν δημιουργούνται συρίγγια.
Λιγότεροι από το 10% των ασθενών που εισάγονται με οξεία εκκολπωματίτιδα απαιτούν χειρουργική θεραπεία, κατά την ίδια εισαγωγή.
Οι ενδείξεις και το χρονοδιάγραμμα της χειρουργικής επέμβασης για εκκολπωματική νόσο, καθορίζονται κυρίως από τη σοβαρότητα της πάθησηςαλλά και από άλλους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένη ς της ηλικίας και συνυπαρχουσών παθήσεων.
Ενδείξεις για επείγουσα χειρουργική επέμβαση αποτελούν η γενικευμένη περιτονίτιδα, η ανεξέλεγκτη σήψη, η ελεύθερη διάτρηση του εντέρου,η παρουσία ενός μεγάλου μη παροχετευόμενου διαδερμικά (δυσπρόσιτου) αποστήματος και η έλλειψη βελτίωσης ή η επιδείνωση, εντός των πρώτων 3 ημερών της συντηρητικής αγωγής.
Η απόφαση για σύσταση επιλεκτικής κολεκτομής του σιγμοειδούς μετά την ανάρρωση από οξεία εκκολπωματίτιδα πρέπει να λαμβάνεται κατά περίπτωση.
Η απόφαση θα πρέπει να επηρεάζεται από την ηλικία του ασθενούς, το ιατρικό ιστορικό, τη συχνότητα και τη σοβαρότητα των επεισοδίων και την επιμονή των συμπτωμάτων μετά από ένα οξύ επεισόδιο.
Η λαπαροσκοπική κολεκτομή ενδείκνυται σε επιλεγμένες περιπτώσεις όπως και η τριών σταδίων επέμβαση για εκκολπωματίτιδα.
- Πρώτο στάδιο: Παροχετεύεται η περιοχή του πάσχοντος τμήματος του παχέος εντέρου και τελείται ταυτόχρονα αποσυμφορηντική κολοστομία έλικας (loop), συνήθως εγκαρσιοστομία.
- ∆εύτερο στάδιο: Αφαιρείται το πάσχον τμήμα του εντέρου και πραγματοποιείται κολοκολική αναστόμωση.
- Τρίτο στάδιο: Σύγκληση της κολοστομίας και αποκατάσταση της συνέχειας του εντέρου.