Παθήσεις Μαστού
Οι παθήσεις μαστού, όπως τα ογκίδια, ο πόνος ή ευαισθησία του μαστού, το έκκριμα από τη θηλή, η εισολκή της θηλής, οι φλεγμονές και οι αλλοιώσεις του δέρματος, είναι ιδιαίτερα συχνά προβλήματα σε όλες τις ηλικίες των γυναικών.
Οι περισσότερες παθήσεις μαστού προκαλούν αναστάτωση και ανησυχία στις γυναίκες παρά το γεγονός ότι συνήθως (αλλά όχι πάντα) δεν σχετίζονται με κακοήθειες.
Κάθε γυναίκα, μετά από την εφηβεία, είναι σωστό να επισκέπτεται μία φορά το χρόνο το χειρουργό που εξειδικεύεται σε αυτές τις παθήσεις μαστού και που είναι σε θέση να την κατευθύνει και να λύσει τις απορίες της σχετικά με τα συνήθη αυτά προβλήματα.
Παρακάτω θα δούμε μερικές από τις συνηθισμένες παθήσεις μαστού, τις καλοήθειες και τις κακοήθειες και πώς να τα αντιμετωπίσουμε:

H κύστη στο μαστό είναι μια τοπική συλλογή υγρού.
Η κύστη έχει ομαλή υφή, μετακινείται εύκολα, μπορεί να είναι μαλακή και πολλές φορές είναι επώδυνη.
Οι κύστεις συχνά παρουσιάζονται και στους δύο μαστούς και μπορούν να αναπτυχθούν σε οποιοδήποτε σημείο.
Οι κύστες είναι σχετικά συχνές στις παθήσεις μαστού. Περίπου 10% των γυναικών (1 στις 10) αναπτύσσουν υποτροπιάζουσες κύστεις (δηλαδή ξαναπαρουσιάζονται).
Οι κύστεις για να δημιουργηθούν χρειάζονται ορμόνες και γι’ αυτό είναι πιο συχνές σε γυναίκες ηλικίας μεταξύ 30 και 50 ετών και συνήθως εξαφανίζονται μετά την εμμηνόπαυση.
Η εκτίμηση και αξιολόγηση των κύστεων στο μαστό γίνεται με την κλινική εξέταση και το υπερηχογράφημα των μαστών, το οποίο, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της κύστης, μπορεί να τις διαχωρίσει μορφολογικά σε:
Απλές κύστεις
Που περιέχουν μόνο υγρό, χωρίς καθόλου συμπαγή στοιχεία και συνήθως αντιμετωπίζονται (όταν είναι μεγάλες και προκαλούν πόνο) με απλή παρακέντηση και αναρρόφηση του υγρού.
Η διαδικασία αυτή είναι αρκετά απλή και οδηγεί σε άμεση ανακούφιση από τον πόνο που μπορεί να προκαλεί η κύστη. Συνήθως, η απλή παρακέντηση αρκεί στο να εξαφανίσει την κύστη. Εάν όμως η κύστη υποτροπιάσει, τότε η παρακέντηση χρειάζεται να επαναληφθεί, ενώ εάν υποτροπιάσει και δεύτερη φορά πιθανώς να απαιτείται η χειρουργική αφαίρεσή της.
Το υγρό που αφαιρείται από μία απλή κύστη δεν αποστέλλεται συνήθως για κυτταρολογική εξέταση, εκτός και αν περιέχει αίμα.
Επιλεγμένες κύστεις
Που εμφανίζουν ορισμένα μόνο υπερηχογραφικά χαρακτηριστικά των απλών κύστεων. Εκτός από υγρό, συνήθως περιέχουν και συμπαγή στοιχεία. Πολύ σπάνια (0,4%) μπορεί να υποκρύπτουν κακοήθεια και γι΄αυτό η παρακέντησή τους είναι υποχρεωτική και συνήθως απαιτείται και συμπληρωματική απεικόνιση με μαστογραφία.
Πολύπλοκες κύστεις
Που έχουν μεικτά χαρακτηριστικά κύστης και συμπαγούς μάζας.
Έχουν αρκετά μεγάλη πιθανότητα να υποκρύπτουν κακοήθεια (20-43%) και γι’ αυτό απαιτείται η βιοψία τους, είτε χειρουργικά, είτε με κυλινδρική βελόνα.
Ο πιο κοινός τύπος μασταλγίας προκαλείται από τις ορμόνες που ρυθμίζουν τον καταμήνιο κύκλο της γυναίκας.
Αυτές οι ορμονικές μεταβολές μπορεί να προκαλέσουν πόνο και στους δύο μαστούς αρκετές ημέρες πριν την έναρξη της περιόδου.
Ο τύπος αυτός του πόνου εμφανίζεται και κατόπιν υποχωρεί στις διάφορες φάσεις του κύκλου και γι’ αυτό ονομάζεται «κυκλική μασταλγία».
Η κυκλική μασταλγία δεν σχετίζεται συνήθως με καρκίνο του μαστού ή άλλα σοβαρά προβλήματα.
Λιγότερο συχνά, μία γυναίκα μπορεί να εμφανίσει «μη κυκλική μασταλγία».
Αυτός ο τύπος πόνου δεν σχετίζεται με τον καταμήνιο κύκλο και μπορεί να αφορά μόνο τον ένα μαστό, ή μία περιοχή του μαστού.

Η μη κυκλική μασταλγία συνήθως προκαλείται από προβλήματα εκτός του μαστού, όπως μυοσκελετικές κακώσεις, κακώσεις του δέρματος, παθήσεις της σπονδυλικής στήλης ή άλλων συστημάτων (π.χ πόνος στο θώρακα, «καούρα» από δυσπεψία, κ.α).
Η μη κυκλική μασταλγία μπορεί να οφείλεται σε καρκίνο του μαστού, μόνο σε ένα πολύ μικρό ποσοστό γυναικών.
Οι γυναίκες με επιμένοντα πόνο στους μαστούς θα πρέπει να επισκέπτονται το γιατρό τους, ο οποίος θα αποφασίσει εάν απαιτούνται περαιτέρω εξετάσεις.
Όταν τελικά αποφασιστεί ότι ο πόνος δεν σχετίζεται με κάποιο σοβαρό πρόβλημα, ο γιατρός μπορεί να συστήσει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες θεραπείες:
- Χορήγηση απλών παυσίπονων, ή αντιφλεγμονωδών φαρμάκων.
- Γυναίκες με πιο ισχυρό πόνο που είναι ανθεκτικός στα απλά παυσίπονα μπορεί να χρειαστούν ισχυρότερα παυσίπονα που χορηγούνται με ειδική συνταγή.
- Μείωση της δόσης ή και διακοπή των φαρμάκων που πιθανώς λαμβάνει η γυναίκα και που περιέχουν οιστρογόνα
- (μετά από συζήτηση με το γιατρό).
- Καθημερινή χρήση ειδικών στηθόδεσμων που στηρίζουν τους μαστούς (αθλητικού τύπου).
- Διατατικές ασκήσεις του αυχένα και του θώρακα, όταν ο πόνος οφείλεται σε μυοσκελετικά αίτια.
- Σε ορισμένες γυναίκες μπορεί να βοηθήσει, η αλλαγή της διατροφής ή η λήψη διατροφικών συμπληρωμάτων.
Φλεγμονές, όπως η μαστίτιδα και τα αποστήματα του μαστού, είναι μια από τις παθήσεις μαστού που εμφανίζονται πιο συχνά στις θηλάζουσες μητέρες, είναι όμως πιθανόν να εμφανιστούν και στον υπόλοιπο πληθυσμό.
Είναι λοίμωξη του μαστού που εκδηλώνεται με ερυθρότητα, πόνο, πρήξιμο και θερμότητα στο στήθος.
Τα κύρια συμπτώματα είναι:
- Διόγκωση του πάσχοντος μαστού.
- Ερυθρότητα του δέρματος, συχνά σε μια σφηνοειδή μορφή.
- Πόνος και αίσθημα καύσους στο μαστό, συνεχώς ή κατά το θηλασμό.
- Πυρετός >38.3
- Γενική δυσφορία ή όψη πάσχοντος

Τα μικρόβια που ευθύνονται συχνότερα για τις φλεγμονές του στήθους είναι ο Χρυσίζων Σταφυλόκοκκος και ο Στρεπτόκοκκος και η αντιμετώπισή τους θα πρέπει να γίνεται εγκαίρως με τη λήψη αντιβιοτικών, τα οποία συντελούν στην προφύλαξη του στήθους από το σχηματισμό αποστήματος.
Η συνολική θεραπεία συνήθως απαιτεί 10-14 ημέρες.
Αν δεν υποχωρήσει μετά τη λήψη των αντιβιοτικών, χρειάζεται επανεξέταση, προκειμένου ν’ αποκλεισθεί μία σπάνια μορφή καρκίνου του μαστού, ο φλεγμονώδης καρκίνος.
Ο καρκίνος αυτός μπορεί επίσης να προκαλέσει ερυθρότητα και οίδημα και θα μπορούσε αρχικά να εκληφθεί σαν μαστίτιδα, τότε θα πρέπει να λαμβάνεται δείγμα από την αποστηματική κοιλότητα με παρακέντηση με λεπτή βελόνα (FNA).
Ο όρος «ινοκυστική νόσος» αναφέρεται σε μία σειρά μεταβολών και αλλοιώσεων που υφίσταται ο γυναικείος μαστός κατά τη διάρκεια του καταμήνιου κύκλου.
Οι ινοκυστικές αλλοιώσεις του μαστό αποτελούν τις πιο συχνές αιτίες ανησυχίας στις γυναίκες ηλικίας 40 – 50 ετών, σε ποσοστό περίπου 40% (4 στις 10).
Αυτή η κατάσταση πολύ συχνά προκαλεί έντονο πόνο στο μαστό (μαστοδυνία) και έκκριση από τη θηλή.
Η ινοκυστική νόσος, επίσης, αποκαλείται ινοαδένωση ή ορμονική μαστοπάθεια.

Οι ινοκυστικές αλλοιώσεις προκαλούνται από αλλαγές στα επίπεδα των θηλυκών ορμονών, των οιστρογόνων και της προγεστερόνης, κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσης.
Οι ορμόνες προκαλούν διαστολή των αιμοφόρων αγγείων, διόγκωση των γαλακτικών αδένων και διήθηση των πόρων από την κατακράτηση υγρού στο μαστό.
Συμπτώματα είναι οι διογκωμένοι μαστοί, που πονάνε, που είναι ευαίσθητοι και που εμφανίζουν ‘εξογκώματα’.
Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα οι μαστοί, συνήθως, επιστρέφουν στο φυσιολογικό, δηλαδή, όπως ήταν προηγουμένως.
Όμως, ορισμένες περιοχές του μαστού μπορεί να παραμείνουν πιο σκληρές από άλλες και μπορεί να δημιουργηθούν κύστεις σε φραγμένους ή διευρυμένους γαλακτοφόρους πόρους.
Αυτές οι περιοχές μπορεί να εμφανίζουν ομοιόμορφο και παχύτερο σχήμα, με επιφάνεια γεμάτη εξογκώματα.
Οι ινοκυστικές αλλαγές μπορεί να εμφανίζονται και στους δύο μαστούς, συχνά στο άνω και έξω τεταρτημόριο, όπου βρίσκεται ο περισσότερος μαστικός αδένας ή στην κάτω πλευρά του μαστού.
Η δυσφορία μπορεί να κυμαίνεται από έναν ήπιο πόνο μέχρι εξαιρετική ευαισθησία στην αφή ή έξαψη.
Οι αλλαγές αυτές συνήθως, εξαφανίζονται μετά την εμμηνόπαυση και αυτό επιβεβαιώνει ότι η αιτία τους είναι οι ορμόνες.
Η αντιμετώπιση της ήπιας μαστοδυνίας, εφόσον αυτή οφείλεται στην ινοκυστική μαστοπάθεια, είναι η αποχή από το κάπνισμα, η μείωση της κατανάλωσης καφέ ή σοκολάτας και η αντιμετώπιση του άγχους που συνυπάρχει στις περισσότερες των περιπτώσεων.
Εάν ο πόνος εμφανίζεται έντονος, συνιστάται η χορήγηση απλής αναλγητικής αγωγής με δραστική ουσία όπως παρακεταμόλη, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη σκευάσματα και ένζυμα που βοηθούν στη μείωση του οιδήματος και της φλεγμονής.
Πρόκειται για καλοήθεις συμπαγείς όγκους, όπου σε υπερηχογράφημα εμφανίζονται ως καλά περιγεγραμμένη κινητή μάζα.
Εμφανίζονται κυρίως στην αναπαραγωγική ηλικία, ενώ το μέγεθός τους αυξάνεται τόσο στην εγκυμοσύνη όσο και κατά τη λήψη οιστρογόνων και υποχωρούν σε συχνότητα κατά την εμμηνόπαυση.
Γι’ αυτό το λόγο είναι πιθανόν η εμφάνισή τους να σχετίζεται με ορμονικούς παράγοντες.
Εάν το μέγεθος του ινοαδενώματος δεν ξεπερνά τα 2 εκατοστά και η κλινική και απεικονιστική τους εικόνα δεν εγείρει καμία υποψία για πιθανή κακοήθεια, τότε συστήνεται η 6μηνη παρακολούθηση με κλινική και απεικονιστική εξέταση.
Για τον ασφαλή αποκλεισμό πιθανής κακοήθειας συστήνεται να γίνεται παρακέντηση με τη χρήση λεπτής βελόνας (FNA) και περαιτέρω κυτταρολογικός έλεγχος.
Σε περίπτωση όπου κατά τον έλεγχο με συνεχή υπερηχογραφήματα διαφαίνεται ότι το μέγεθος του ινοαδενώματος αυξάνει ή το σχήμα αλλάζει τότε απαιτείται χειρουργική αφαίρεσή του.
Τα ινοαδενώματα δεν επανεμφανίζονται αν αφαιρεθούν ολοκληρωτικά, αλλά είναι πιθανό μελλοντικά να αναπτυχθεί κάποιο άλλο, σε οποιονδήποτε από τους μαστούς.
Η αποβολή γαλακτόχρωμου εκκρίματος (ονομάζεται και «γαλακτόρροια») και από τις δύο θηλές των μαστών αποτελεί μια από τις συχνότερες παθήσεις μαστού, ιδίως κατά τον πρώτο χρόνο μετά τον τοκετό.
Έκκριμα της θηλής και από τους δύο μαστούς μπορεί επίσης να συμβεί σε γυναίκες με υπολειτουργία του θυρεοειδούς αδένα (υποθυρεοειδισμό) ή σαν παρενέργεια ορισμένων φαρμάκων.
Τέτοια έκκριση μπορεί επίσης να εμφανιστεί λόγω όγκων στην υπόφυση (έναν αδένα που βρίσκεται στον εγκέφαλο), που προκαλούν αύξηση μίας ορμόνης που λέγεται προλακτίνη.
Ο αδένας του γυναικείου μαστού αποτελείται από πολλούς μικρότερους αδένες (αδενικά λόβια) κάθε ένας από τους οποίους επικοινωνεί με τη θηλή του μαστού μέσω μικρών σωλήνων (εκφορητικοί πόροι) ώστε να αποβάλλεται το έκκριμά του.

Αρκετές γυναίκες μπορεί να παρατηρήσουν να βγαίνει μικρή ποσότητα υγρού από τη θηλή τους, όταν πιέσουν τον μαστό ή την περιοχή γύρω από τη θηλή.
Αυτό το υγρό που συνήθως είναι κιτρινωπό ή πρασινωπό ή καφέ, λέγεται «φυσιολογική» έκκριση και δεν αποτελεί λόγο ανησυχίας.
Η φυσιολογική έκκριση δεν περιέχει αίμα. Όταν παρουσιάζεται αυτόματη έκκριση υγρού (υγρό που βγαίνει από μόνο του, χωρίς πίεση του μαστού ή της θηλής) ή όταν το υγρό είναι διαυγές ή αιματηρό, μπορεί να οφείλεται σε κάποιο μικρό καλόηθες ογκίδιο μέσα σε κάποιον πόρο του μαστού, ή σπανιότερα σε καρκίνο του μαστού.
Κάθε γυναίκα με έκκριμα θηλής πρέπει να επισκέπτεται το γιατρό της, ο οποίος θα πρέπει να αξιολογήσει τον τύπο του εκκρίματος και να προτείνει τις κατάλληλες εξετάσεις, (μαστογραφία, υπερηχογράφημα ή ειδική εξέταση των πόρων του μαστού).
Με τον όρο «εισολκή θηλής» περιγράφεται το φαινόμενο κατά το οποίο μία ή και οι δύο θηλές των μαστών αντί να προβάλλουν προς τα έξω, εμφανίζουν μια στροφή «βαθούλωμα» προς τα μέσα.
Πολλές γυναίκες εμφανίζουν εισολκή θηλής από τη γέννησή τους και αυτό αποτελεί ένα φυσικό χαρακτηριστικό τους.
Σε άλλες γυναίκες, η εισολκή της θηλής εμφανίζεται και εξαφανίζεται κατά καιρούς ή συμβαίνει μετά τον θηλασμό.
Αυτής της μορφής η εισολκή θηλής δεν είναι ανησυχητική.
Όταν μία γυναίκα, της οποίας οι θηλές πρόβαλλαν πάντα προς τα έξω, εμφανίζει για πρώτη φορά εισολκή θηλής, θα πρέπει να επισκέπτεται το γιατρό της.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η εισολκή της θηλής δεν είναι ανησυχητική, όμως ενίοτε μπορεί να αποτελεί το πρώτο σημάδι καρκίνου του μαστού.
Η πρωτοεμφανιζόμενη εισολκή θηλής συνήθως απαιτεί τη διενέργεια μαστογραφίας (εκτός από την αυτονόητη κλινική εξέταση από ειδικό).
Αλλοιώσεις του δέρματος των μαστών μπορεί να προκαλέσουν φαγούρα, κοκκίνισμα, πρήξιμο ή εισολκή «βαθούλωμα» της επιφάνειας του δέρματος.
Τα περισσότερα από αυτά τα συμπτώματα δεν είναι ανησυχητικά, αλλά όταν επιμένουν θα πρέπει να εκτιμώνται από το γιατρό.
Ειδικά η εισολκή «βαθούλωμα» του δέρματος μπορεί να είναι ένα από τα πρώτα σημάδια καρκίνου του μαστού.
Ένα άλλο σημάδι που χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή είναι η όψη «φλοιού πορτοκαλιού» η οποία μπορεί να εμφανιστεί σε σπανιότερες μορφές καρκίνου όπως η νόσος Paget και ο φλεγμονώδης καρκίνος του μαστού.
Η διερεύνηση αυτών των συμπτωμάτων απαιτεί προσεκτική κλινική εξέταση των μαστών και τη διενέργεια μαστογραφίας ή σε ορισμένες περιπτώσεις μαγνητικής μαστογραφίας ή και βιοψίας της δερματικής αλλοίωσης.
Ο όρος «καρκίνος του μαστού» αναφέρεται στην ανάπτυξη κακοήθους όγκου στην περιοχή του μαστού.
Αποτελεί μία από τις συχνότερα εμφανιζόμενες μορφές καρκίνου παγκοσμίως και είναι η πρώτη σε αριθμό κρουσμάτων στο γυναικείο πληθυσμό.
Προκαλείται από ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασμό παθολογικών κυττάρων που ως αποτέλεσμα προκαλούν το σχηματισμό κακοήθους όγκου στην περιοχή του μαστού και ουσιαστικά αποτελεί κυτταρική νόσο.
Τα παθολογικά αυτά κύτταρα έχουν τη δυνατότητα εξάπλωσης σε γειτονικούς ιστούς σε δυσάρεστες συνέπειες για ολόκληρο τον οργανισμό.
Η πιθανότητα εμφάνισης της νόσου σε άρρενες είναι υπαρκτή αλλά πολύ μικρή.
Όσον αφορά στις γυναίκες όλες αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου – όχι, όμως στον ίδιο βαθμό.
Τύποι του καρκίνου του μαστού και διαχωρισμός.
Δύο είναι οι βασικοί τύποι της νόσου:
- Ο πορογενής καρκίνος που προέρχεται από τους γαλακτοφόρους πόρους
- Ο λοβιακός καρκίνος που προέρχεται από τα λόβια, τα σημεία από τα οποία παράγεται το μητρικό γάλα
Ο καρκίνος του μαστού διαχωρίζεται σε διηθητικό και μη διηθητικό ή in situ.
Ο πρώτος έχει την ικανότητα να δίνει μεταστάσεις, ενώ ο δεύτερος τύπος θεωρείται αρχόμενος και δυνητικά δε δίνει μεταστάσεις.
Ο καρκίνος του μαστού είναι η πιο συχνή μορφή καρκίνου σήμερα στις γυναίκες.
Σπάνια εμφανίζεται πριν τα 30 χρόνια.
Πιο συχνά προσβάλλει ηλικίες μεταξύ 50 και 70 ετών.
Σήμερα οι γυναίκες δεν χρειάζεται να κάνουν συνήθως μαστεκτομή (ολική αφαίρεση του στήθους), διότι η αφαίρεση του όγκου ακολουθούμενη από ακτινοθεραπεία είναι το ίδιο αποτελεσματική.