Μια κήλη μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα όλων των ηλικιών, ανεξαρτήτως φύλου. Η επιγαστρική κήλη αντιπροσωπεύει μια σχετικά σπάνια μορφή κήλης που σχηματίζεται στο κοιλιακό τοίχωμα και πιο συγκεκριμένα στο άνω μέρος της κοιλιάς, πάνω από τον ομφαλό. Χαρακτηρίζεται από μια προεξοχή του κοιλιακού περιεχομένου μέσω ενός αδύναμου σημείου ή ελαττώματος στη γραμμή που συνδέει το στέρνο με τον ομφαλό, η οποία αποκαλείται αλλιώς και «λευκή γραμμή». Γι’αυτό το λόγο η συγκεκριμένη μορφή κήλης ονομάζεται εναλλακτικά και κήλη της λευκής γραμμής. Εάν εμφανιστεί κάποιο αδύναμο σημείο ή ελάττωμα στο πρόσθιο κοιλιακό τοίχωμα και πιο συγκεκριμένα στην ινώδη δομή της μέσης γραμμής που χωρίζει τον αριστερό και τον δεξιό ορθό κοιλιακό μυ, είναι πολύ πιθανό να συμβάλει στην ανάπτυξη επιγαστρικής κήλης.
Επιγαστρική κήλη: Αίτια
Οι επιγαστρικές κήλες είναι λιγότερο συχνές ως προς την εμφάνισή τους συγκριτικά με άλλες κήλες όπως η βουβωνοκήλη ή η ομφαλοκήλη. Εμφανίζονται συχνότερα σε άντρες συνήθως άνω των 40 ετών. Η κήλη αυτή εμφανίζεται όταν ένα ελάττωμα ή αδυναμία στη γραμμή που συνδέει το στέρνο με τον ομφαλό επιτρέπει την προεξοχή του κοιλιακού περιεχομένου, συνήθως λίπους ή, λιγότερο συχνά, μέρους του λεπτού εντέρου, μέσω αυτού του ανοίγματος. Η ακριβής αιτία αυτής της ανάπτυξης ελαττώματος ή εξασθένησης σε αυτό το σημείο του κοιλιακού τοιχώματος είναι πολυπαραγοντική. Συχνά σχετίζεται με συγγενείς παράγοντες ή οικογενειακό ιστορικό εμφάνισης κηλών, υπερβολική ενδοκοιλιακή πίεση ή αλλαγές στην ακεραιότητα του συνδετικού ιστού που σχετίζονται με την προχωρημένη ηλικία.
Μάλιστα, η αυξημένη ενδοκοιλιακή πίεση αποτελεί ίσως τον κατεξοχήν παράγοντα κινδύνου, η οποία προκύπτει συχνά λόγω υπερβολικού σωματικού βάρους ή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η πίεση που ασκεί το υπερβολικό σωματικό βάρος μπορεί να καταπονήσει το κοιλιακό τοίχωμα, καθιστώντας το πιο ευαίσθητο στην κήλη. Παράλληλα, αυξημένη ενδοκοιλιακή πίεση και διάταση του κοιλιακού τοιχώματος παρατηρείται κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης, παράγοντες οι οποίοι μπορεί να συμβάλλουν στην ανάπτυξη κήλης.
Κλινική εικόνα και διάγνωση επιγαστρικής κήλης
Οι επιγαστρικές κήλες είναι συχνά ασυμπτωματικές και ανακαλύπτονται τυχαία κατά τη διάρκεια κλινικών ή απεικονιστικών εξετάσεων που διενεργούνται για τη διερεύνηση κάποιας άλλης παθολογίας. Ωστόσο, όταν εμφανίζονται συμπτώματα, αυτά συνήθως περιλαμβάνουν εκδήλωση πόνου στην περιοχή όπου έχει αναπτυχθεί η κήλη. Ο πόνος μπορεί να επιδεινωθεί κατά τη διάρκεια δραστηριοτήτων ή καταστάσεων οι οποίες αυξάνουν την ενδοκοιλιακή πίεση, όπως ο βήχας, το φτέρνισμα ή η άρση βαρών. Παράλληλα, ένα ορατό και ψηλαφητό εξόγκωμα μπορεί να παρατηρηθεί ή να γίνει αισθητό στην πάσχουσα περιοχή. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, όπου το περιεχόμενο της κήλης εγκλωβίζεται ή στραγγαλίζεται, οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα εντερικής απόφραξης, όπως ναυτία, έμετο και κοιλιακή δυσφορία.
Η διάγνωση της επιγαστρικής κήλης συνήθως περιλαμβάνει έναν συνδυασμό λήψης ιατρικού ιστορικού, κλινικής αξιολόγησης και απεικονιστικών εξετάσεων. Αρχικά, συλλέγονται πληροφορίες σχετικά με τα συμπτώματα και το ιατρικό ιστορικό του ασθενούς, ώστε να ανευρεθούν τυχόν παράγοντες κινδύνου. Κατά τη διάρκεια της κλινικής εξέτασης, πραγματοποιείται ψηλάφηση του κοιλιακού τοιχώματος για τον εντοπισμό τυχόν κήλης και την αξιολόγηση των χαρακτηριστικών της. Οι απεικονιστικές εξετάσεις, όπως το υπερηχογράφημα, η αξονική ή η μαγνητική τομογραφία, μπορούν να παρέχουν πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με το μέγεθος, το περιεχόμενο της κήλης και τυχόν σχετικές επιπλοκές. Αυτές οι εξετάσεις είναι ιδιαίτερα χρήσιμες για την επιβεβαίωση της διάγνωσης και την εκτίμηση της έκτασης της κήλης.
Επιγαστρική κήλη: Επιλογές θεραπείας
Η θεραπεία για μια επιγαστρική κήλη διαμορφώνεται ανάλογα με το μέγεθός της και τα συμπτώματα του ασθενούς. Οι ασυμπτωματικές, μικρές επιγαστρικές κήλες μπορεί να μην απαιτούν άμεση χειρουργική επέμβαση. Ωστόσο, θα πρέπει να παρακολουθούνται τακτικά για την ανίχνευση τυχόν εξέλιξης ή επιδείνωσης των συμπτωμάτων. Βέβαια, άπαξ και αναπτυχθεί μια κήλη, δεν υπάρχει πιθανότητα να υποχωρήσει από μόνης της. Συνεπώς, αργά ή γρήγορα, η χειρουργική επέμβαση αποτελεί τη μόνη λύση για την οριστική αποκατάσταση της πάθησης και την πρόληψη μελλοντικών επιπλοκών. Η χειρουργική επέμβαση στοχεύει στην επανατοποθέτηση του περιεχομένου της κήλης πίσω στην αρχική του θέση και στην ενίσχυση του εξασθενημένου κοιλιακού τοιχώματος με την τοποθέτηση ειδικού συνθετικού πλέγματος, αποτρέποντας έτσι τυχόν μελλοντική υποτροπή.
Πλέον, η χειρουργική αποκατάσταση της επιγαστρικής κήλης αλλά και κάθε άλλης μορφής κηλών πραγματοποιείται στην πλειοψηφία των περιπτώσεων με ελάχιστα επεμβατικές, λαπαροσκοπικές τεχνικές. Η λαπαροσκοπική εγχείρηση κήλης περιλαμβάνει την πραγματοποίηση αρκετών μικροσκοπικών τομών, εκ των οποίων εισάγεται το λαπαροσκόπιο, το οποίο επιτρέπει την άμεση απεικόνιση της κήλης και των γύρω δομών. Αφού το ενδοκοιλιακό περιεχόμενο τοποθετηθεί στην αρχική του θέση, το αδύναμο σημείο του κοιλιακού τοιχώματος ενισχύεται με ειδικό συνθετικό πλέγμα. Η λαπαροσκοπική αποκατάσταση προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα στους ασθενείς, καθώς η ελάχιστα επεμβατική φύση της συνεπάγεται ταχύτερη ανάρρωση και μειωμένο μετεγχειρητικό πόνο σε σύγκριση με το ανοιχτό χειρουργείο. Βέβαια, η επιλογή της κατάλληλης προσέγγισης εξατομικεύεται με βάση τα χαρακτηριστικά του ασθενούς και τις ανάγκες της κάθε περίπτωσης. Ο Γενικός Χειρουργός Δρ. Δημήτριος Γκιουζέλης εφαρμόζει τόσο τη λαπαροσκοπική προσέγγιση όσο και το ανοιχτό χειρουργείο σε επείγουσες περιπτώσεις για την αποκατάσταση κάθε μορφής κήλης.