Παθήσεις Στομάχου
Οι παθήσεις του στομάχου περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα γαστρεντερικών διαταραχών που μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την υγεία και την ευημερία ενός ατόμου. Οι παθήσεις σε αυτή τη δομή μπορούν να οφείλονται σε αρκετές διαφορετικές αιτίες και να προκαλούν συμπτώματα ποικίλου εύρους. Η κατανόηση των υποκείμενων μηχανισμών και παραγόντων κινδύνου που σχετίζονται με τις παθήσεις στομάχου είναι ζωτικής σημασίας τόσο για την κλινική διαχείριση όσο και για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Στις πιο κοινές παθήσεις στομάχου συγκαταλέγονται η γαστρίτιδα, το πεπτικό έλκος (Έλκος στομάχου – Έλκος δωδεκαδακτύλου), η γαστρορραγία, το σύνδρομο Zollinger-Ellison, οι καλοήθεις όγκοι στομάχου και τέλος ο καρκίνος στομάχου.
Γαστρίτιδα
Η γαστρίτιδα συγκαταλέγεται στις πιο συχνές παθήσεις στομάχου και χαρακτηρίζεται από φλεγμονή του γαστρικού βλεννογόνου, που καλύπτει το στομάχι. Αυτή η φλεγμονώδης κατάσταση μπορεί να προκύψει από διάφορες αιτίες, συμπεριλαμβανομένης της λοίμωξης από ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, της παρατεταμένης χρήσης μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ, του στρες ή του χρόνιου έμετου.
Η γαστρίτιδα τυπικά εμφανίζεται με συμπτώματα όπως κοιλιακό άλγος, ναυτία, έμετο, φούσκωμα, απώλεια όρεξης, δυσπεψία και παραγωγή σκούρων κοπράνων.Η φλεγμονή του γαστρικού βλεννογόνου μπορεί να οδηγήσει σε διάβρωση του προστατευτικού βλεννογόνου στρώματος, καθιστώντας το βλεννογόνο του στομάχου ευάλωτο σε βλάβες από το γαστρικό οξύ. Η χρόνια γαστρίτιδα, εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία, μπορεί να εξελιχθεί σε πιο σοβαρές παθήσεις, όπως πεπτικό έλκος ή ακόμη και καρκίνο του στομάχου. Η διάγνωση της γαστρίτιδας πραγματοποιείται μέσω εξετάσεων αίματος και τεστ αίματος στα κόπρανα, γαστροσκόπησης και βιοψίας του βλεννογόνου του στομάχου για να προσδιοριστεί η υποκείμενη αιτία αλλά και η έκταση της φλεγμονής.
Οι θεραπευτικές επιλογές μπορεί να περιλαμβάνουν τη χρήση αντιβιοτικών για την εξάλειψη των λοιμώξεων από το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, τη διακοπή των λαμβανόμενων φαρμάκων, τις διατροφικές τροποποιήσεις και τη λήψη αντιόξινων φαρμάκων για τη μείωση της παραγωγής οξέος ή την καταπράυνση του γαστρικού ερεθισμού.
Πεπτικό έλκος (Έλκος στομάχου – Έλκος δωδεκαδακτύλου)
Τα πεπτικά έλκη αποτελούν μια διαδεδομένη πάθηση που χαρακτηρίζεται από το σχηματισμό βλαβών στο βλεννογόνο εντός της γαστρεντερικής οδού μεγέθους πάνω από 5 mm, που επηρεάζουν κυρίως το στομάχι και το δωδεκαδάκτυλο. Ο πιο κοινός αιτιολογικός παράγοντας παθογένεσης των πεπτικών ελκών είναι η λοίμωξη από το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, ένα βακτήριο που εμφανίζεται στο όξινο περιβάλλον του γαστρικού υγρού. και διαιωνίζει τη φλεγμονή. Επιπλέον, η μακροχρόνια χρήση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων, όπως η ασπιρίνη και η ιβουπροφαίνη, αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου. Οι ασθενείς με πεπτικό έλκος συχνά παρουσιάζουν συμπτώματα όπως κοιλιακό άλγος, φούσκωμα και σε σοβαρές περιπτώσεις γαστρορραγία. Η ενδεδειγμένη θεραπευτική προσέγγιση διαμορφώνεται σύμφωνα με την αιτία και τη σοβαρότητα του πεπτικού έλκους. Γενικά, η πάθηση έχει ευνοϊκή εξέλιξη.
Γαστρορραγία
Η γαστρορραγία είναι μια από τις πιο σοβαρές παθήσεις στομάχου που εκδηλώνεται με αιμορραγία από το βλεννογόνο του ανώτερου πεπτικού συστήματος (δηλαδή από το στομάχι ή από το αρχικό τμήμα του λεπτού εντέρου). Η πάθηση τυπικά προκύπτει από διάφορες υποκείμενες αιτιολογίες, όπως πεπτικά έλκη, γαστρίτιδα, διαβρωτική γαστρίτιδα, γαστρεντερικές κακοήθειες, αγγειακές ανωμαλίες και βλάβη του βλεννογόνου που σχετίζεται με το στρες. Η εμφάνιση της γαστρορραγίας ποικίλλει σε βαρύτητα, με τους ασθενείς να εμφανίζουν πιθανώς συμπτώματα όπως αιματέμεση (έμετος αίματος), μέλαινα κένωση (μαύρα κόπρανα) και ενδείξεις αιμοδυναμικής αστάθειας.
Η έγκαιρη διάγνωση και παρέμβαση είναι κρίσιμες για τη διαχείριση της γαστρορραγίας. Η πιο διαδεδομένη εξέταση για την ανεύρεση της πάθησης είναι η γαστροσκόπηση, κατά την οποία μπορούν να εφαρμοστούν αιμοστατικά μέτρα για τον έλεγχο της αιμορραγίας και την πρόληψη πιθανών επιπλοκών. Η υποκείμενη αιτία της γαστρορραγίας καθοδηγεί τη θεραπευτική προσέγγιση. Εάν η αιτία είναι το πεπτικό έλκος, χορηγείται η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπισή του.
Σύνδρομο Zollinger-Ellison
Το σύνδρομο Zollinger-Ellison είναι μια σπάνια και σύνθετη κλινική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την υπερβολική παραγωγή γαστρίνης, μιας ορμόνης που διεγείρει την έκκριση γαστρικού οξέος στο στομάχι. Αυτή η υπερβολική παραγωγή γαστρίνης προκύπτει από την παρουσία όγκων που εκκρίνουν τη συγκεκριμένη ορμόνη, γνωστοί ως γαστρινώματα, που συνήθως εντοπίζονται στο πάγκρεας ή στο δωδεκαδάκτυλο. Η συνεχής αύξηση των επιπέδων γαστρικού οξέος στο σύνδρομο αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή μορφή πεπτικού έλκους, συχνά ανθεκτική στην τυπική ιατρική θεραπεία. Η κλινική παρουσίαση του συνδρόμου Zollinger-Ellison περιλαμβάνει υποτροπιάζοντα, πολλαπλά και ανθεκτικά πεπτικά έλκη, διάρροια, ναυτία, έμετο και επιπλοκές όπως γαστρορραγία, οισοφαγίτιδα, ακόμη και γαστρικές και δωδεκαδακτυλικές διατρήσεις. Η έγκαιρη διάγνωση και εντοπισμός των γαστρινωμάτων, συχνά μέσω απεικονιστικών και βιοχημικών εξετάσεων, είναι απαραίτητα για την έγκαιρη και στοχευμένη αντιμετώπιση. Οι θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής για την καταστολή της παραγωγής γαστρικού οξέος και σε ορισμένες περιπτώσεις, χειρουργική επέμβαση.Σύνδρομο Zollinger-Ellison Το σύνδρομο Zollinger-Ellison είναι μια σπάνια και σύνθετη κλινική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από την υπερβολική παραγωγή γαστρίνης, μιας ορμόνης που διεγείρει την έκκριση γαστρικού οξέος στο στομάχι. Αυτή η υπερβολική παραγωγή γαστρίνης προκύπτει από την παρουσία όγκων που εκκρίνουν τη συγκεκριμένη ορμόνη, γνωστοί ως γαστρινώματα, που συνήθως εντοπίζονται στο πάγκρεας ή στο δωδεκαδάκτυλο. Η συνεχής αύξηση των επιπέδων γαστρικού οξέος στο σύνδρομο αυτό μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή μορφή πεπτικού έλκους, συχνά ανθεκτική στην τυπική ιατρική θεραπεία. Η κλινική παρουσίαση του συνδρόμου Zollinger-Ellison περιλαμβάνει υποτροπιάζοντα, πολλαπλά και ανθεκτικά πεπτικά έλκη, διάρροια, ναυτία, έμετο και επιπλοκές όπως γαστρορραγία, οισοφαγίτιδα, ακόμη και γαστρικές και δωδεκαδακτυλικές διατρήσεις. Η έγκαιρη διάγνωση και εντοπισμός των γαστρινωμάτων, συχνά μέσω απεικονιστικών και βιοχημικών εξετάσεων, είναι απαραίτητα για την έγκαιρη και στοχευμένη αντιμετώπιση. Οι θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν τη χορήγηση φαρμακευτικής αγωγής για την καταστολή της παραγωγής γαστρικού οξέος και σε ορισμένες περιπτώσεις, χειρουργική επέμβαση από γενικό χειρουργό.
Καλοήθεις όγκοι στομάχου
Οι καλοήθεις όγκοι του στομάχου, μια ομάδα μη καρκινικών νεοπλασμάτων, μπορεί να προκύψουν από διάφορους τύπους κυττάρων εντός του γαστρικού τοιχώματος, συμπεριλαμβανομένου του βλεννογόνου, του μυϊκού ιστού ή του συνδετικού ιστού. Αυτοί οι όγκοι είναι ιστοπαθολογικά διαφορετικοί από τους κακοήθεις όγκους του στομάχου και τυπικά κατηγοριοποιούνται σε διαφορετικούς υποτύπους με βάση το κύτταρο προέλευσης και τα χαρακτηριστικά τους. Συνήθη παραδείγματα καλοήθων όγκων στομάχου είναι οι επιθηλιακοί πολύποδες (αδενώματα- αμαρτώματα) , λειομυώματα, νευρογενείς όγκοι και ψευδολεμφώματα.
Αν και αυτές οι βλάβες δεν έχουν τη δυνατότητα μετασχηματισμού σε κακοήθεις όγκους, η ανάπτυξή τους μπορεί να οδηγήσει σε συμπτώματα όπως κοιλιακό άλγος, γαστρεντερική αιμορραγία, άσκηση πίεσης στα γειτονικά όργανα ή απόφραξη, ανάλογα με το μέγεθος και τη θέση τους. Η διάγνωση συνήθως επιτυγχάνεται μέσω γαστροσκόπησης, απεικονιστικών εξετάσεων και λήψης δείγματος ιστού το οποίο αποστέλλεται για βιοψία. Η διαχείριση των καλοήθων όγκων του στομάχου εξαρτάται από τον συγκεκριμένο υποτύπο, το μέγεθος, τη θέση και τα σχετικά συμπτώματα. Σε πολλές περιπτώσεις, μικρού μεγέθους πολύποδες απομακρύνονται κατά τη διάρκεια της γαστροσκόπησης με ενδοσκοπικές τεχνικές.Για άλλες μορφές καλοήθων όγκων όπως πολύποδες οι οποίοι είναι ύποπτοι για καρκινική εξαλλαγή, λειομύωμα, λιπώματα ή νευρογενείς όγκοι, έχει συνήθως ένδειξη η χειρουργική εκτομή τους. Η χειρουργική προσέγγιση που εφαρμόζεται μπορεί να είναι ελάχιστα επεμβατική, δηλαδή ρομποτική ή λαπαροσκοπική, ή μπορεί να πραγματοποιηθεί ανοιχτό χειρουργείο.
Καρκίνος στομάχου
Ο καρκίνος του στομάχου, ονομαζόμενος εναλλακτικά και γαστρικός καρκίνος, είναι μια κακοήθεια που προκύπτει από τα επιθηλιακά κύτταρα που καλύπτουν το στομάχι. Πρόκειται για σχετικά σπάνια μορφή κακοήθειας που εμφανίζεται συνήθως με τη μορφή αδενοκαρκινώματος ή ως λεμφώματος στομάχου. Η ανάπτυξη καρκίνου του στομάχου είναι μια πολυπαραγοντική διαδικασία που επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες, όπως η λοίμωξη με ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, οι ανθυγιεινές διατροφικές συνήθειες, η γενετική προδιάθεση και η έκθεση σε εντομοκτόνα, βαφές ή φυτοφάρμακα. Η νόσος τυπικά εξελίσσεται σιωπηλά στα αρχικά της στάδια, οδηγώντας συχνά σε διάγνωση όταν βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο. Τα στάδια της συγκεκριμένης μορφής είναι πέντε.
Δυστυχώς, η διάγνωση συχνά πραγματοποιείται όταν γίνονται εμφανή συμπτώματα όπως η δυσπεψία, η ακούσια απώλεια βάρους και το άλγος στην άνω κοιλιακή χώρα. Η πρόγνωση για τον καρκίνο του στομάχου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το στάδιο στο οποίο βρίσκεται, με την προχωρημένη νόσο να σχετίζεται με δυσάρεστη έκβαση. Οι θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν χειρουργική εκτομή τμήματος ή ολόκληρου του στομάχου (μερική ή ολική γαστρεκτομή αντίστοιχα), η οποία συχνά ενισχύεται με χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία. Σε πολύ πρώιμα στάδια μη διηθητικού (in situ) καρκίνου του στομάχου, μπορεί να πραγματοποιηθεί ενδοσκοπική βλεννογονεκτομή κατά τη διάρκεια της γαστροσκόπησης. Η επιλογή της κατάλληλης θεραπείας καθορίζεται από την έκταση και το σημείο εντόπισης του καρκίνου. Η προληπτική γαστροσκόπηση, η αντιμετώπιση των λοιμώξεων από ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού και η υιοθέτηση σωστών διατροφικών συνηθειών συνιστούν απαραίτητες παραμέτρους για την πρόληψη της νόσου.